Charles Patterson, Αιώνια Τρεμπλίνκα. Η
συμπεριφορά μας απέναντι στα ζώα και το Ολοκαύτωμα, μετάφραση από τα αγγλικά:
Κώστας Αλεξίου, Πράσινο Ινστιτούτο, 2014, 312 σελ.
Ο κύριος και κάτοχος της φύσης, άνθρωπος, επιβλήθηκε στα ζώα
– ο φόνος των οποίων, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως τροφή, σύμφωνα με μια
ισχυρή κριτική ανατρέπει τις ιδεολογίες του ανθρωπισμού. Ο Τσαρλς Πάττερσον, σε
ένα βιβλίο αναφοράς, που κυκλοφορεί και στα ελληνικά, ισχυρίζεται ότι η
ανθρώπινη συμπεριφορά απέναντι στα ζώα ήταν προάγγελος του Ολοκαυτώματος.
Αναδημοσίευση από το Books' Journal 54, Απρίλιος 2015 [ΤΒJ]
«Νομίζω ότι πρέπει να διαβάζουμε μόνο βιβλία που μας τρυπάνε και μας καίνε. Αν το βιβλίο που διαβάζουμε δεν μας ξυπνάει σαν χτύπημα στο κεφάλι, γιατί να μπούμε στη διαδικασία να το διαβάσουμε εξ αρχής; Για να μας κάνει χαρούμενους; […] Ένα βιβλίο πρέπει να είναι το τσεκούρι για την παγωμένη θάλασσα μέσα μας»
--Φραντς Κάφκα
Ο βραβευμένος με Νόμπελ συγγραφέας Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ,
ο πρώτος κάτοχος Νόμπελ Λογοτεχνίας που έγραψε σε μια γλώσσα η οποία δεν είχε
χώρα (γίντις), και ο δεύτερος χορτοφάγος που κερδίζει το βραβείο μετά τον
Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, στο μυθιστόρημα Love and Exile: A Memoir,
γράφει για τα παιδικά του χρόνια και την ανάμνηση από ένα παζάρι της Βαρσοβίας:
Οι χασάπηδες άρχιζαν να ξεπουπουλιάζουν κότες, πάπιες και χήνες ενόσω ήταν ακόμα ζωντανές και κυλιούνταν στο ίδιο τους το αίμα.
Σε ένα άλλο αυτοβιογραφικό του διήγημα, περιγράφει σκηνές
από μια αγορά:
Καθώς είναι σούρουπο, το δριμύ φως από τις λάμπες αντανακλά στις λεπίδες των σφαγέων. Οι γυναίκες σπρώχνουν στην ουρά, η καθεμιά τους έχει φέρει το πτηνό της για σφαγή. Οι χαμάληδες φορτώνουν τα νεκρά πουλιά σε καλάθια και τα πάνε σ’ εκείνους που τα τεμαχίζουν. Αυτή η κόλαση γελοιοποιεί όλες τις ανοησίες περί ανθρωπισμού. Από καιρό σκέφτομαι να γίνω χορτοφάγος και ορκίζομαι να μην ξανακουμπήσω κομμάτι κρέας ή ψάρι απ’ αυτή τη στιγμή.
Αυτές οι σκηνές σφαγής στις οποίες ο Σίνγκερ έγινε μάρτυρας,
του έκαναν μεγάλη εντύπωση. Αποφάσισε να αλλάξει νοοτροπία και ιδεολογία, η
πρώτη κίνηση ήταν να απαρνηθεί το κρέας απ’ την καθημερινή του διατροφή. «Ήθελα
να γίνω χορτοφάγος επί σειρά ετών. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς μπορούμε να
μιλάμε για οίκτο, να ζητάμε οίκτο και να μιλάμε περί ανθρωπισμού και ενάντια
στην αιματοχυσία όταν την προκαλούμε εμείς οι ίδιοι – χύνουμε το αίμα ζώων και
αθώων πλασμάτων», έγραφε. Όλο του το συγγραφικό έργο το διαπερνά μια αίσθηση
διάχυτης ματαιότητας, που συνοψίζεται στην αθεϊστική του αντίληψη η οποία
πηγάζει απ’ την τόση αγριότητα που επικρατεί στον πλανήτη. Στο διήγημά του TheSlaughterer,
ο κεντρικός ήρωας, ραβίνος Γιόνα Μεῒρ που του έχουν αναθέσει τις σφαγές των ζώων
του χωριού, υποφέρει απ’ αυτή τη βάρβαρη καθημερινή πολύωρη εργασία, και αποστρέφεται
στο τέλος κάθε πίστη στην ύπαρξη ενός φιλεύσπλαχνου, υποτίθεται, θεού που τα πάντα
στέργει για την ανθρωπότητα:
Ένας βάναυσος Θεός, συντρίβων πολέμους, Θεός των εκδικήσεων. Δεν Τον υπηρετώ. Ο κόσμος είναι εγκαταλειμμένος!
Σε παρόμοιο ύφος, στο διήγημα Meshugah, αναφερόμενος
στην απάνθρωπη μεταχείρισή μας στα ζώα, απεγνωσμένα φωνάζει ο αφηγητής προς τον
Θεό: «Για να μας δείξεις τη δύναμη και τη σοφία Σου δημιούργησες αυτό το
απέραντο σφαγείο;». Στο μεταφρασμένο και στα ελληνικά βιβλίο του Εχθροί,
μια ερωτική ιστορία (εκδ. Καστανιώτη), πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι
πάλι ένας άνθρωπος με άμεση εμπλοκή στο Ολοκαύτωμα (κοινός τόπος στα
περισσότερα έργα του Σίνγκερ), έχοντας χάσει ολόκληρη την οικογένειά του στα
κρεματόρια. Η παρατήρηση ότι «όσον αφορά τη συμπεριφορά μας απέναντι στα ζώα,
όλοι οι άνθρωποι είναι ναζί» υπάρχει διατυπωμένη ρητά στο βιβλίο. Αυτή η φράση
ενέπνευσε καθοριστικά τον Πάττερσον, ο οποίος δανείστηκε απ’ τον Σίνγκερ τον
τίτλο Αιώνια Τρεμπλίνκα για το δικό του βιβλίο.
Η καλλιτέχνις Τζούντι Σικάγο, στο βιβλίο της Holocaust Project: From Darkness to Light,
παραδέχεται ότι η ενασχόλησή της με το Ολοκαύτωμα ξεκίνησε όταν συνειδητοποίησε
τη σύνδεση ανάμεσα στη βιομηχανοποιημένη σφαγή των ζώων και τη
βιομηχανοποιημένη σφαγή των ανθρώπων, όταν κατάλαβε ότι το Άουσβιτς είναι μια
δύσμορφη προέκταση των σύγχρονων τεχνολογιών απ’ τις οποίες εξαρτιόμαστε.
Ζωντανά πλάσματα στριμωγμένα σε άθλια κλουβιά, ζώα που κακοποιούνται πριν
οδηγηθούν στο θάνατο, πρακτικές επεξεργασίας ζώων, η πλήρης εξόντωσή τους: «Στο
Άουσβιτς είδα να συμβολίζεται ολόκληρος ο πλανήτης, και ήταν καλυμμένος με
αίμα», γράφει συγκλονισμένη.
Το βιβλίο Αιώνια Τρεμπλίνκα εκδόθηκε στα τέλη του
2014 στην Ελλάδα. Ωστόσο, πριν γράψω το άρθρο αυτό έψαξα για κάποια άλλη
βιβλιοκριτική που να έχει γίνει και διαπίστωσα με έκπληξη ότι δεν έχει γραφτεί
τίποτα. Αυτό το βιβλίο-ορόσημο της διεθνούς βιβλιογραφίας, που έχει μεταφραστεί
σε περισσότερες από 15 γλώσσες, στην Ελλάδα, προς το παρόν, έχει μάλλον περάσει
απαρατήρητο. Η εξαιρετική μετάφραση από τον Κώστα Αλεξίου, και η έκδοση από το
άγνωστο σε εμένα Πράσινο Ινστιτούτο, αξίζουν ιδιαίτερης μνείας. Δεν θα μπορούσε
να μη μου κεντρίσει το ενδιαφέρον ένα βιβλίο που εκ πρώτης όψεως εξομοιώνει τις
σφαγές των ζώων με την απώλεια εκατομμυρίων ψυχών στα κρεματόρια. Η αμέσως
επόμενη αίσθηση ήταν αυτή της σοκαριστικής έκπληξης. Ο Πάττερσον μας δίνει μια
μοναδική και ιδιότυπη ερμηνεία του φαινομένου του ναζισμού με μια
επιχειρηματολογία εντελώς ασυνήθιστη, που με έκανε να κατατάξω την Αιώνια
Τρεμπλίνκα στα πιο επιδραστικά για μένα βιβλία. Επιπροσθέτως, η μελέτη
αυτή του Πάττερσον, ενός καθιερωμένου επιστήμονα, με σοβαρές έρευνες στο
ενεργητικό του για τον αντισημιτισμό, είναι μεστή, εμπεριστατωμένη, και
χρησιμοποιεί μεθοδολογικά εργαλεία αξιοζήλευτα για κάθε κοινωνικό επιστήμονα,
αρδεύοντας από την πλούσια δεξαμενή της φιλοσοφίας, της θρησκείας, της
λογοτεχνίας και, φυσικά, της ιστορίας του Ολοκαυτώματος. Η χρόνια ενασχόληση
του συγγραφέα με το Ολοκαύτωμα τον είχε ήδη συγκλονίσει και τον ανάγκασε να
αμφισβητήσει τις αξιώσεις του για τους ανθρώπους και τον κόσμο, κάτι πολλές
φορές αναπόφευκτο για όλους όσοι ασχολούνται με αυτή τη δύσκολη περίοδο της
σύγχρονης ιστορίας.
Θα αναλύσω την επιρροή και το ισχυρό αποτύπωμα που μου άφησε
αυτό το βιβλίο, συμβάλλοντας καταλυτικά στην ήδη παγιωμένη συγκρότησή μου ως
ζωόφιλης και χορτοφάγου. Είναι ένα έργο που δύσκολα θα αφήσει ανεπηρέαστους τους
περισσότερους αναγνώστες, που ενδεχομένως όταν το τελειώσουν ίσως κάνουν καιρό
να ξαναπλησιάσουν κρέας και ζωικά προϊόντα γενικότερα. Προσωπικώς, όταν το
έκλεισα, σκέφτηκα ότι δικαιούμαι να ισχυρίζομαι πως άλλαξα ως άνθρωπος, όσο κι
αν αυτό ενδεχομένως να ακούγεται υπερβολικό.
Η επίπλαστη ανθρώπινη ανωτερότητα
Ο συγγραφέας στην αρχή δεν μπορούσε να βρει κάποιον εκδότη
αρκετά γενναίο για να τυπώσει αυτό το «ενοχλητικό» βιβλίο. Στον πρόλογο
αναφέρει ότι, ως παιδί, αγνοούσε τον βαθμό στον οποίο η κοινωνία μας είναι
χτισμένη πάνω στη θεσμοποιημένη βία ενάντια στα ζώα. Στο πρωτότυπο κείμενο, ο
Πάττερσον προσδιορίζει τα ζώα χρησιμοποιώντας πάντα αρσενικό ή θηλυκό γένος και
ποτέ ουδέτερο, αναφερόμενος κατ’ αυτό τον τρόπο στα ζώα ως πρόσωπα. Μου έκανε
μεγάλη εντύπωση αυτή η επιλογή του, δηλωτική των προθέσεών του να μας καταστήσει
σαφές εξ αρχής ότι δεν υπάρχει στην ουσία καμία ιεραρχική κλίμακα κατώτερων και
ανώτερων όντων.
Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια αναλυτική αναδρομή στην
ανάκυψη του ανθρώπου ως κυρίαρχου είδους. Εξ αρχής παρατίθεται ένα χωρίο του
Μονταίνιου για την υπέρμετρη αλαζονεία του ανθρώπου:
Ο άνθρωπος είναι το πιο καταστρεπτικό και πιο ευπαθές πλάσμα απ’ όλα, και συνάμα το πιο αλαζονικό.[…] Είναι δυνατόν να φανταστεί κάποιος κάτι τόσο γελοίο όσο αυτό το αξιοθρήνητο και μίζερο πλάσμα, που δεν είναι καν κύριος του εαυτού του, να αυτοαποκαλείται άρχοντας του σύμπαντος;
Η δραματική τεχνολογική πρόοδος του ανθρώπινου είδους, το
επονομαζόμενο «Μεγάλο Άλμα προς τα εμπρός», η χρήση δηλαδή εργαλείων, μουσικών
οργάνων, τρόπων φωτισμού από τον homosapiens, μέχρι την ανάπτυξη σύνθετης
ομιλίας και γλωσσικών ήχων, αποτελούν τα ορόσημα που επέτρεψαν στους ανθρώπους
να εκμεταλλευτούν τους «άφωνους» κατοίκους του πλανήτη και να πάρουν το μοιραίο
προβάδισμα που τους τοποθέτησε στην κορυφή της ιεραρχικής κλίμακας αυτού του πλανήτη.
Εκεί εδράζεται η αρχή του κακού. Η μετάβαση της ανθρωπότητας στην κτηνοτροφία
ήταν το επόμενο βήμα και σήμαινε τη θανάτωση των ζώων για το κρέας τους, ή την
εκμετάλλευσή τους για το γάλα, το δέρμα και την εργασία τους, ήδη από την
αρχαία Εγγύς Ανατολή. Σε ένα μικρό κεφάλαιο για την εξημέρωση των ζώων και πώς
αυτή επιτυγχάνεται σε διάφορους λαούς, εξιστορούνται ιστορίες απάνθρωπες και
σχεδόν ανείπωτες, όπως για παράδειγμα το κόψιμο των όρχεων στα γουρούνια με
μαχαίρια από μπαμπού στη Νέα Γουινέα, η σύνθλιψη των όρχεων των αρσενικών ζώων
με πέτρα από τους Μασάι και τους Σόντζο της Τασμανίας ή το μπήξιμο μιας
κοφτερής ακίδας στα ρουθούνια νεαρής καμήλας για να τρυπήσει τον μαστό της
μητέρας (φυλή Ρουάλα). Η εξημέρωση και η υποδούλωση των ζώων μέσα από τέτοια
και άλλα παρόμοια αναρίθμητα παραδείγματα δημιούργησε καταπιεστικές ιεραρχικές
δομές ήδη απ’ τα πανάρχαια χρόνια και οδήγησε στις ανθρώπινες εξουσιαστικές
συμπεριφορές. Σύμφωνα με τον ιστορικό Κηθ Τόμας, «ο ανθρώπινος έλεγχος πάνω στα
πιο αδύναμα πλάσματα δημιούργησε μια αναλογική έννοια, πάνω στην οποία
βασίστηκαν πολλές πολιτικές και κοινωνικές ρυθμίσεις». Πώς να μη συμπεράνουμε,
ήδη απ’ την αρχή της ανάγνωσης αυτού του κεφαλαίου, ότι η ασπλαχνία, η
κοινωνικά αποδεκτή βία και η σκληρότητα που μας αποκόπτουν από ένα ευρύτερο
αίσθημα συγγένειας με τους άλλους κατοίκους του φυσικού κόσμου έγιναν θεμέλιο
της δυτικής κοινωνίας και του ιεραρχικού σκεπτικού μας; Ένα ακόμη εύλογο
παράδειγμα: δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι η περιοχή στην οποία υπάρχουν οι
αποδείξεις της αρχής της γεωργίας, η Μέση Ανατολή, είναι και η περιοχή στην
οποία ξεκίνησε η δουλεία. Η εξημέρωση και υποδούλωση των ζώων αποτέλεσε πρότυπο
για την ανθρώπινη σκλαβιά διαχρονικά.
Στο ίδιο κεφάλαιο αναπτύσσονται και οι απόψεις διαφόρων
θρησκειών για τα ζώα, με έμφαση στον ιουδαιοχριστιανισμό και στην εβραϊκή
Βίβλο. Ενώ ο ιουδαϊσμός είναι ριζοσπαστικός ως προς το ότι αποδέχεται στην
πράξη συγκεκριμένα βασικά δικαιώματα των ζώων, στην πράξη τα πράγματα είναι
αλλιώς, και αυτό αποδεικνύεται από τις τελετουργικές θυσίες ζώων που
απαιτούνται σε γιορτές όπως αυτή του Γιόμ Κιπούρ (τελετή Καπαρότ). Η αναδρομή
στα σωζόμενα κείμενα του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού δεν είναι λιγότερο
αποθαρρυντική. Ο Αριστοτέλης εξίσωνε τα ζώα με άψυχα αντικείμενα, ο Κικέρων
εξέφραζε τη διαχρονική αντίληψη της ανθρώπινης εξουσίας πάνω στα ζώα, ενώ ο
χριστιανισμός, με εξαίρεση τον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης ή τον άγιο
Μποναβεντούρα, επισημοποίησε την άποψη περί ανωτερότητας του ανθρώπινου είδους,
τοποθετώντας μάλιστα τους ευρωπαίους χριστιανούς στην υψηλότερη βαθμίδα.
Ο διαχωρισμός ανθρώπων και ζώων διατηρείται μέχρι την πρώιμη
σύγχρονη περίοδο, και μεγάλοι στοχαστές όπως ο Φράνσις Μπαίηκον ή ο Καρτέσιος
διακήρυτταν ότι τα ζώα ήταν άψυχες μηχανές, ανίκανα να συλλογιστούν και να αισθανθούν.
Η καρτεσιανή «λογική» ήθελε τα ζώα να μην αισθάνονται καν πόνο, τα κλάματά
τους, τα ουρλιαχτά και οι σφαδασμοί να αποτελούν απλώς κάποια εξωτερικά
αντανακλαστικά, ασύνδετα με κάποια εσώτερη αίσθηση. Η αντίληψη ότι τα ζώα
φτιάχτηκαν προς όφελος του ανθρώπου, συμπληρώνει ο Πάττερσον, είναι
πρωτοχριστιανική και αριστοτελική.
Το Άουσβιτς ως νομοτέλεια
Οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές ρατσιστικές θεωρίες
αποκρυσταλλώθηκαν στη χρήση ρητορικών σχημάτων με ζώα. Όλοι έχουμε υποπέσει στο
λάθος να παρομοιάσουμε ανθρώπους με κάποιο ζώο. Με παρόμοιο τρόπο διασύρθηκαν
οι αμερικανοί ιθαγενείς από τους ευρωπαίους εξερευνητές και αποικιοκράτες. Αυτό
στάθηκε η απαρχή μεγάλων γενοκτονιών. Ο ιστορικός Ντέιβιντ Στάναρντ γράφει ότι
η ευρωπαϊκή θρησκευτική και πολιτισμική νοοτροπία που προκάλεσε τη γενοκτονία
των ιθαγενών λαών της Αμερικής ήταν η ίδια νοοτροπία που παρήγαγε το
Ολοκαύτωμα. Οι φυλές στην Αμερική αντιμετωπίστηκαν ως κατώτερες, οι ιθαγενείς
ήταν «βάναυσα θηρία», «γουρούνια», «μπαμπουίνοι», «βάρβαροι», «ζώα που
ελέγχονταν από τα πάθη τους», «ουρακοτάγκοι», «κλαψιάρικα κοπρόσκυλα». Σύμφωνα
με τον Τσβετάν Τοντορόφ, οι στοχοποιημένοι Ινδιάνοι «ταυτίζονταν με ζώα προς
σφαγή και τους έκοβαν όλα τους τα άκρα –μύτη, χέρια, στήθη, γλώσσα, γεννητικά
όργανα–, μεταμορφώνοντάς τους κατ’ αυτό τον τρόπο σε άμορφους κορμούς, όπως
όταν κλαδεύει κάποιος ένα δέντρο». Στην κατάκτηση των Φιλιππίνων από την
Αμερική, στον επίλογο του Ισπανοαμερικανικού Πολέμου (1898), πραγματοποιήθηκαν
εκστρατείες με τους ίδιους ρητορικούς χαρακτηρισμούς και με παρόμοια
βαρβαρότητα. Ο πόλεμος αυτός χαρακτηρίστηκε «ερυθρόδερμος» και οι Φιλιππινέζοι «αράπηδες»
και «ύπουλοι κιτρινιάρηδες», όρος που επανήλθε τόσο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
όσο και στον Πόλεμο του Βιετνάμ.
Ο Πάττερσον προσφέρει στους αναγνώστες μια πολύ χρήσιμη
επισκόπηση των χλευαστικών όρων και χαρακτηρισμών που αξιοποιήθηκαν κατά κόρον
και στον Β’ Παγκόσμιο, με επίκεντρο τις αγριότητες των Ιαπώνων κατά των Κινέζων
τη δεκαετία του 1930. Η εφευρετικότητα των Ιαπώνων ήταν παροιμιώδης. Γι’ αυτούς,
οι Κινέζοι δεν είχαν μεγαλύτερη αξία από ένα γουρούνι ή ένα έντομο. Στην εν
πολλοίς άγνωστη στους ευρωπαίους σφαγή της Νανκίν (1937), οι Κινέζοι της πόλης
αυτής ρίχτηκαν σε λάκκους και κάηκαν ζωντανοί, ενώ οι αρουραίοι ενδεχομένως να
τύγχαναν μεγαλύτερης συμπόνιας απ’ τους ιάπωνες εισβολείς. Τα ζώα των κατοίκων
της Νανκίν συνδέθηκαν με τις τύχες των ιδιοκτητών τους. Οι βούβαλοί τους
παλουκώθηκαν και ψήθηκαν ζωντανοί, ενώ οι Ιάπωνες, επιπρόσθετα, άρπαξαν τους
γαϊδάρους των Κινέζων και τους ανάγκασαν να συνουσιάζονται για τη διασκέδασή
τους.
Φυσικά, σε αυτή την ανάλυση δεν θα μπορούσε να λείψει η
πρακτική της μείωσης των Εβραίων μέσω της παρομοίωσής τους με ζώα, ήδη από την
πρώιμη χριστιανική ιστορία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έχει γράψει ότι η συναγωγή
είναι «φωλιά θηρίων», ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αποκάλεσε τον εβραϊκό λαό «φυλή
από οχιές», ο Μαρτίνος Λούθηρος αποκήρυξε τους Εβραίους ως «γουρούνια» και
«λυσσασμένα σκυλιά» όταν δεν μπόρεσε να τους μεταστρέψει στο δικό του δόγμα,
ενώ είχε καταστήσει σαφές ότι «η τελική λύση στο εβραϊκό πρόβλημα είναι ο
θάνατος». Σε αυτή την αέναη εξύβριση του Εβραίου ως Άλλου, ως ανθρώπου με
τερατώδη και ζωώδη χαρακτηριστικά, συνέβαλε και ο Χέγκελ, που υποστήριξε ότι
δεν μπορούσαν ποτέ οι Εβραίοι να ενσωματωθούν στη γερμανική κουλτούρα επειδή ο
υλισμός και η απληστία τούς παρακινούσαν να ακολουθήσουν μια «ζωώδη ύπαρξη».
Η ανάλυση καταλήγει, προφανώς, στη ναζιστική Γερμανία. Ο
Χίτλερ στο λιβελογράφημά του, Ο Αγών μου, έγραφε για τους Εβραίους-φορείς
μικροβίων που μολύνουν την τέχνη και τον πολιτισμό, για τους «αρουραίους» ή
ενίοτε τις «αράχνες που ρουφάνε αργά το αίμα του λαού». Η χρήση ζωικών επιθέτων
υποβίβαζε τα θύματα, τα απανθρωποποιούσε, με αποτέλεσμα οι μαζικές δολοφονίες
να νομιμοποιούνται ως προς τον ηθικό τους αντίκτυπο και να φαντάζουν λιγότερο
τρομερές για τους δολοφόνους. Τα θύματα ήταν υποτιμημένα, ο γερμανικός λαός
πείστηκε ότι η καταστροφή των Εβραίων ήταν απαραίτητη.